TOP 100 OF THE 00s: 5. DAVID BORING
Writer/Artist: Dan Clowes
Fantagraphics, Pantheon Books
Όπως και πολλά ακόμη από τα αριστουργήματα του Clowes, το DAVID BORING ξεπήδησε μέσα από τις σελίδες του EIGHTBALL. Και μπορεί να μην αποτελεί το πλέον γνωστό ή αναγνωρισμένο από τα έργα του δημιουργού (όπως τα GHOST WORLD και LIKE A VELVET CAST IN IRON), αλλά μπορεί να υπερηφανεύεται πως αποτελεί το πιο φιλόδοξο και πολυσύνθετο.
Και όχι τυχαία. Η πρώτη εντύπωση μοιάζει να δικαιολογεί το όνομα του πρωταγωνιστή, ο οποίος δεν κάνει και πολλά, παρά να ψάχνει να βρει τον έρωτα της ζωής του. Ναι, το ξέρω, το έχουμε ξαναδεί χιλιάδες φορές. Σιγά-σιγά, όμως, ανακαλύπτουμε περισσότερα για αυτόν και τη, φαινομενικά, αθώα αναζήτησή του. Ο David Boring έχει τον τρόπο του με τις κυρίες, αλλά δε μοιάζει να απολαμβάνει αυτή του την επιτυχία. Αντίθετα, έχει τα δικά του (ελαφρώς διεστραμμένα) πρότυπα, τα οποία συγκεντρώνει σε ένα βιβλίο, σε μορφή φωτογραφιών και pin-ups.
Και για μια ιστορία που μοιάζει να περιστρέφεται γύρω από την αναζήτηση του έρωτα, ο έρωτας αυτός έρχεται πολύ σύντομα, μερικές σελίδες αργότερα και αφού ο μονίμως ανέκφραστος Boring επανασυνδεθεί με έναν παλιό του φίλο και τον χάσει μετά από μια δολοφονία, για την οποία ο ίδιος είναι ο βασικός ύποπτος. Το αντικείμενο του πόθου του, όμως, τον εγκαταλείπει σύντομα και η προαναφερθείσα αναζήτηση μοιάζει να ξεκινά από την αρχή. Μέχρι που ο David τρώει μια σφαίρα στο κεφάλι. Και το τέλος του κόσμου βρίσκεται στην πόρτα του…
Η ιστορία του Clowes παίζει με κάποια κλισέ, ωστόσο, αλλάζει συνεχώς, όχι μόνο πορεία, αλλά και θέμα. Τα μόνα themes που μπορούν να χαρακτηριστούν συνεπή στο DAVID BORING είναι η αδιαφορία, έκδηλη στην έκφραση και την αφήγηση του πρωταγωνιστή, και η αναζήτηση, η οποία παίρνει σάρκα και οστά σε δύο… δισκοπότηρα: αυτό για τον αληθινό του έρωτα, αλλά και αυτό για τον πατέρα του, ο οποίος ήταν κάποτε comic artist και το μόνο που έμεινε να τον θυμίζει στο γιο του είναι ένα annual τεύχος του comic του, σκόρπια panels του οποίου βλέπουμε συχνά μέσα στο DAVID BORING. Έχουμε και λέμε, λοιπόν: τα themes είναι η αδιαφορία, ο έρωτας, η αναζήτηση και ολίγη διαστροφή. Και το τέλος του κόσμου που ανέφερα παραπάνω.
Και αυτό, όμως, λειτουργεί περισσότερο ως background, αποτελώντας μια δικαιολογία που θα φέρει τους πρωταγωνιστές πιο κοντά και θα ενισχύσει τις άκομψες συμπεριφορές τους και τις διαστρεβλωμένες σχέσεις τους.
Το DAVID BORING μοιάζει να “κουβαλάει” πάνω του περισσότερα themes απ’ όσα θα μπορούσε να αντέξει μια ιστορία του μεγέθους αυτού, ωστόσο, ο τρόπος που ο Clowes βάζει κάθε κομμάτι σε ένα μεγαλύτερο παζλ είναι αριστοτεχνικός. Το πρώτο μέρος είναι μάλλον το πιο καθημερινό και συνηθισμένο, ωστόσο, το φινάλε του σου πετάει στα μούτρα τις βάσεις του δεύτερου – ενός post-apocalyptic θρίλερ, το οποίο, αντί να επικεντρωθεί στις καταστροφές, γυρίζει ενοχλητικά σα τη μύγα γύρω από το σάπιο κουφάρι των καταδικασμένων σχέσεων που αναπτύσσονται. Και το τρίτο αγκαλιάζει την κλιμάκωση, φέρνοντας τους πρωταγωνιστές ξανά στην πραγματικότητα, αλλά και στο παρελθόν τους, φωτίζοντας παράλληλα τα σκοτεινά σημεία των δύο προηγούμενων. Σύμβολα σε κομμάτια από χαρτί, όνειρα και σκόρπια panels από το comic του πατέρα του David, εξηγούνται (οριακά) και μεταμορφώνονται, από μυστήριες αναφορές σε κομμάτια της ιστορίας. Πιστός στις μεθόδους του, ο Clowes επιστρέφει σε προηγούμενες φάσεις της ιστορίας και τις ξανακοιτά με ένα άλλο, πιο διερευνητικό μάτι. Δεν είναι τυχαίο που στο τρίτο μέρος, η τυφλή αναζήτηση βρίσκει το φως της και γίνεται μεθοδική έρευνα, βασιζόμενη σε στοιχεία και αποδείξεις.
Όσο, λοιπόν, και αν τα παραπάνω themes σας φαίνονται πολλά για μια μικρού μεγέθους ιστορία, ο Clowes καταφέρνει να τα στριμώξει με επιτυχία και να τα αφήσει να αναπνεύσουν, αφού κόψουν μερικές βόλτες, μία στο προσκήνιο και μία στο παρασκήνιο. Και όλα αυτά τα καταφέρνει με τον πιο ανορθόδοξο τρόπο – αν η λογική επιβάλλει ένα γρήγορο και στακάτο pacing, ώστε όλα τα παραπάνω να προλάβουν να πάρουν τη θέση τους και μετά να την αλλάξουν ξανά, ο Clowes την αγνοεί και υιοθετεί τον δικό του, αργό ρυθμό. Μέσα από την αφήγηση του Boring, η οποία αποτελεί και τη βασική μέθοδο εξιστόρησης, τα γεγονότα εξελίσσονται αργά και δε θεμελιώνονται στη συνείδηση του αναγνώστη, παρά μόνο αφού η σκόνη από τα συναισθήματα που προκαλούν στους πρωταγωνιστές καταλαγιάσει.
Όσο για το σχέδιο, αυτό βρίσκεται στα πρότυπα του Clowes. Καθαρές γραμμές, έντονες απεικονίσεις (εκτός όταν μιλάμε για τον μονίμως ανέκφραστο πρωταγωνιστή) και μπόλικοι συμβολισμοί. Επιπλέον, η τεχνοτροπία του Clowes κάνει κάποια διαλείμματα και δίνει τη θέση της στο comic του πατέρα του David, το οποίο λειτουργεί ως μια δεύτερη, παράλληλη ιστορία-μέσα-στην-ιστορία, χωρίς ωστόσο να βγάζει πολύ νόημα, μιας και αποτελείται από σκόρπια panels, που λειτουργούν υποβοηθητικά στους συμβολισμούς της ιστορίας.
Οι επιρροές του Clowes για το DAVID BORING είναι πολλές και κάποιες από αυτές από την ίδια του τη ζωή. Το εύρημα με τον πρωταγωνιστή να μελετά τα comics του πατέρα του, έχει τις ρίζες του στη μελέτη του ίδιου του Clοwes πάνω στα comics του αδερφού του, όταν ο τελευταίος έφυγε από το πατρικό τους σπίτι. Επίσης, η εμφάνιση κάποιων από τους χαρακτήρες βασίστηκε σε αληθινά πρόσωπα (ο Clowes έχει δηλώσει ότι ο David Boring βασίστηκε σε ένα νεαρό που είχε δει μια μέρα στο μετρό). Επιπλέον, ιστορίες για το τέλος του κόσμου και τρομοκρατικά χτυπήματα αποτελούσαν αγαπημένο θέμα του καλλιτέχνη. Τέλος, οι ρίζες από κάποιες από τις “διαστροφές” του πρωταγωνιστή, μπορούν να εντοπιστούν στα έργα του Vladimir Nabokov (LOLITA).
Το DAVID BORING, λοιπόν, είναι περισσότερα απ’ όσο δείχνει και σίγουρα πολλά περισσότερα απ’ όσα υποδηλώνει ο παραπλανητικός τίτλος του. Εκτός από μια ιστορία, σε καμιά περίπτωση βαρετή, αποτελεί ένα έργο πολλών επιπέδων, που δίκαια θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της δεκαετίας που μας πέρασε.
Το σχόλιο του Dan Clowes για την παρουσία του comic του στη δεκάδα του Top 100:
That’s great – very nice to hear. I can’t really think of anything to say except I’m very happy to hear that my books have some meaning to Greek readers. I always worry that they are too specifically “American” in their concerns to have much resonance with a wider audience.
My very best,
Daniel Clowes