COOL JERK VOL. 2: CHICKADOOWA (Not quite a review…)
Writer/Artist: Paul Horn
HornCo Press
Πριν ξεκινήσω αυτό το review, πρέπει να ομολογήσω πως είμαι μάλλον συναισθηματικά δεμένος με το comic strip COOL JERK και τον δημιουργό του, Paul Horn.
Βλέπετε, ο Paul ήταν ο πρώτος δημιουργός που γνώρισα, όταν βρέθηκα στο San Diego Comic Con, τον Ιούλιο του 2007. (Ναι, ναι, ξέρω. Το επίσημο όνομα του mεγαλύτερου αμερικανικού convention είναι πλέον “Comic-Con International: San Diego”, αλλά εγώ είμαι… old school!)
Για την ακρίβεια, o Paul Horn ήταν, γενικότερα, ο πρώτος άνθρωπος με τον οποίο συνομίλησα στους χώρους του Convention Center. Ακόμη και οι τρεις φίλοι με τους οποίους είχαμε συνταξιδέψει, είχαν μπει λίγο νωρίτερα από μένα στην αίθουσα (αν και, όσο κι αν προσπαθώ, δεν μπορώ να θυμηθώ γιατί! Λέτε να προσπαθούσαν να με αποφύγουν;).
Λίγα λεπτά αφότου είχα περάσει τις πύλες, λοιπόν, είδα έναν χαμογελαστό τύπο με γυαλιά να στέκεται πίσω από ένα booth, έχοντας στο τραπέζι μπροστά του ένα-δυο fanzines, μερικές κονκάρδες και ένα κόκκινο trade paperback, με δύο περίεργους αλλά ιδιαίτερα καλοσχεδιασμένους χαρακτήρες στο εξώφυλλο. Πριν προλάβω καλά-καλά να πλησιάσω και να μιλήσω, ή έστω να εξετάσω πιο προσεκτικά το παράξενα ελκυστικό comic, ο τύπος με τα γυαλιά μου μίλησε πρώτος, καλωσορίζοντας με στο περίπτερο του (χαμογελάς και χαιρετάς έναν επισκέπτη και πιθανό πελάτη. Θεέ μου, τί πρωτότυπη ιδέα! Τι κρίμα που δεν το κάνουν ακόμη περισσότεροι…).
Δε μιλήσαμε πάρα πολύ… ίσως πέντε λεπτά. Τον ρώτησα ένα-δυο πράγματα για το strip του, με ρώτησε από πού είμαι (και έπαθε σοκ όταν άκουσε πως είχα έρθει από την Ελλάδα!), αγόρασα το παράξενα ελκυστικό κόκκινο trade paperback και μερικά από τα mini comics που είχε στο booth του, μου έδωσε και μερικές κονκάρδες, χαιρετηθήκαμε και αυτό ήταν. Καθ’ όλη τη διάρκεια της σύντομης συνομιλίας μας, όμως, δύο πράγματα στριφογύριζαν στο μυαλό μου:
1. “Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος που γνωρίζει τόσο πολλά για τα comics όσο εγώ, να μην ξέρει τη δουλειά ενός τόσο καλού σχεδιαστή;”
2. “Αυτός ο τύπος μου είναι τρομερά συμπαθής. Θα αισθανθώ πολύ άσχημα αν δε μου αρέσει το comic του.”
Το πρώτο, έχει να κάνει με το ότι είμαι φαντασμένος και έχω μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου (as if you didn’t know). Το δεύτερο έχει να κάνει με την αδυναμία μου, πολλές φορές, να διαχωρίσω τη δουλειά ενός δημιουργού, από την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του. Και είναι ο λόγος που, συνειδητά, επέλεξα να μη διαβάσω το COOL JERK VOL. 1: HODABEAST (το παράξενα ελκυστικό κόκκινο trade paperback, που λέγαμε), τις μέρες που ήμουν στο San Diego.
Βέβαια, παραδόξως, για τις επόμενες τέσσερις μέρες, και παρ’ όλο που βρισκόμουν σχεδόν 8-9 ώρες καθημερινά στο Convention Center, είδα μόνο ΜΙΑ ακόμη φορά τον Paul Horn, και αυτό από κάποια απόσταση (χαιρετηθήκαμε, πάντως, έστω κι από μακριά), οπότε ακόμη και αν είχα διαβάσει το comic, μάλλον δε θα έβρισκα και πολλές ευκαιρίες να του πω τη γνώμη μου.
Οι μέρες πέρασαν, το SDCC 2007 τελείωσε και εγώ επέστρεψα στην Ελλάδα (ο Paul Horn, by the way, επέστρεψε σπίτι του, μερικές εκατοντάδες μέτρα μόνο από το Convention Center, καθώς είναι από το San Diego! Lucky bastard!). Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανα μόλις συνήλθα από το ταξίδι και το βομβαρδισμό εικόνων και εμπειριών των προηγούμενων ημερών, ήταν να διαβάσω το HODABEAST. Πολύ απλά, έμεινα μαλάκας (συγνώμη Paul, φοβάμαι πως η προηγούμενη φράση δεν πρόκειται να μεταφραστεί πολύ καλά σε google translation…)!
Μπροστά μου είχα ένα πανέξυπνο, άψογα σχεδιασμένο comic strip, με αξιαγάπητους, αλλά καθόλου γλυκανάλατους χαρακτήρες, απίστευτους διαλόγους, τρομερό χιούμορ και συγκλονιστικές ανατροπές! OK, το τελευταίο είναι κάπως υπερβολικό, καθώς οι όποιες “ανατροπές”, στα storylines του COOL JERK, γίνονται με βασικό στόχο το χιούμορ ή/και τη σάτιρα και δεν έχουν καμία σχέση με σεναριακές εκπληξεις τύπου USUAL SUSPECTS ή CRYING GAME. Θα πρέπει, πάντως, να μου συγχωρήσετε τον υπέρμετρο ενθουσιασμό. Ήμουν πολύ χαρούμενος που το comic του συμπαθέστατου τύπου ήταν εξαιρετικό και δεν υπήρχε λόγος να αισθανθώ άσχημα για τίποτα. By the way, αν δεν έχετε δει τις δύο προαναφερθείσες ταινίες, ξεχάστε πως είπα οτιδήποτε!
Τις επόμενες εβδομάδες, προσπάθησα αρκετά να πείσω πολλούς από τους φίλους comic enthusiasts να δοκιμάσουν το strip, δανείζοντας τους το HODABEAST, αλλά λυπάμαι που το λέω, τα αποτελέσματα ήταν μάλλον μέτρια (open-minded Europeans, my ass!). Παρ’ όλα αυτά, εγώ εξακολούθησα να παρακολουθώ την πρόοδο του Paul, αφού στο μεταξύ είχα γραφτεί στο εβδομαδιαίο mailing list του και παρ’ όλο που δεν ήμουν όσο ενεργός ή όσο vocal θα ήθελα στη στήριξη μου για τη δουλειά του, διάβαζα τακτικά το strip και εξερευνούσα όσο συχνά μπορούσα τα archives και τις υπόλοιπες ενδιαφέρουσες σελίδες του site.
Πριν μερικές εβδομάδες (και μετά από πάρα πολύ μεγάλη καθυστέρηση) θυμήθηκα επιτέλους πως πρέπει να παραγγείλω το δεύτερο volume του COOL JERK, με τον υπέροχο τίτλο CHICKADOOWA, γιατί πολύ απλά το πρώτο είχε αρχίσει να αισθάνεται μοναξιά στη βιβλιοθήκη μου. Όταν μπήκα στο shop του COOL JERK για να κάνω την παραγγελία, και λίγο πριν πατήσω το κουμπί του PayPal για να στείλω τα λεφτά, είδα πως υπήρχε option για αφιέρωση. Χμμμ, δεν υπήρχε περίπτωση να χάσω αυτή την ευκαιρία…
Λίγες μερές μετά την παραγγελία, έλαβα ένα email από τον Paul, ο οποίος με ευχαρίστησε για την παραγγελία, καθώς και για ένα παλιό plug που του είχα κάνει σε ένα άρθρο και μου είπε πως δεν με είχε χρεώσει για μεταφορικά, καθώς δεν υπήρχε τέτοια πρόβλεψη στο αυτόματο online store του. Μου τόνισε, επίσης, πως δεν υπήρχε πρόβλημα και θα μου το έστελνε ούτως ή άλλως (παρ’ όλο που, προφανώς, το όποιο κέρδος του από την πώληση είχε εκμηδενιστεί). Του απάντησα ευχαριστώντας τον για όλα και προσφέρθηκα να πληρώσω τα μεταφορικά, ούτως ή άλλως. Δεν το δέχτηκε, αλλά μου ζήτησε κάτι άλλο ως “αντάλλαγμα”: να μεταφέρει το όλο συμβάν σε ένα post στο site του. Φυσικά, δεν μπορούσα να αρνηθώ…
Μετά από περίπου δύο εβδομάδες, το CHICKADOOWA έφτασε στα χέρια μου και μετά την αρχική χαρά μου, που είδα από κοντά την αφιέρωση (Yup! I’m a geek!), ήρθε μια ακόμα μεγαλύτερη όταν το διάβασα και συνειδητοποίησα, για μια ακόμη φορά, πόσο ταλαντούχος δημιουργός είναι ο Paul. Τα αστεία πέφτουν με ρυθμούς πολυβόλου, το σκίτσο γίνεται ολοένα και καλύτερο και οι χαρακτήρες εξακολουθούν να μοιάζουν “με αυτούς τους φίλους που έχεις”, ή έστω με το πώς θα ήταν οι φίλοι σου (και εσύ ο ίδιος, ενδεχομένως), αν μεταφερόσασταν σε ένα αφύσικα καλογραμμένο και έξυπνο sitcom (ξέρετε, από αυτά που βγαίνουν μια φορά στα 10 χρόνια). Ναι, ο Armpit, η Puppy, η Yuri και η υπόλοιπη παρέα του COOL JERK υπάρχουν στ’ αλήθεια. Απλά δεν είναι πάντα τόσο αστείοι και οι ατάκες τους δεν πετούν φωτιά κάθε δεύτερο panel. Βλέπετε, αυτός που δημιούργησε τον αληθινό κόσμο (όποιος και αν είναι), δεν είναι τόσο ικανός humorist/satirist όσο ο Paul Horn…
Εκτός από τον πακτωλό των strips που περιλαμβάνεται στις 130+ σελίδες του CHICKADOOWA, υπάρχουν πολλά ακόμη ενδιαφέροντα πράγματα να διαβάσει κανείς, όπως το “cutting room floor”, που φέρνει τον αναγνώστη λίγο πιο κοντά στο creative process, δείχνοντας κάποια roughs και first drafts, αλλά και το εξαιρετικό (και συχνά αρκούντως ξεκαρδιστικό) “director’s commentary”, που δίνει περισσότερο behind the scenes info για τη δημιουργία των strips.
Κάπου εδώ τελειώνει αυτό το “περίπου review” για το δεύτερο volume του COOL JERK. Μπορεί, ενδεχομένως, να μην έχετε καταλάβει πολλά για το ίδιο το strip (και αυτό έγινε σε μεγάλο βαθμό επίτηδες, καθώς εξακολουθώ να πιστεύω πως είναι πάντα καλύτερα να ανακαλύπτεις μια δουλειά γνωρίζοντας όσο το δυνατό λιγότερα για αυτήν), αλλά σίγουρα έχετε καταλάβει πως, προσωπικά, το λατρεύω και είμαι απίστευτα χαρούμενος που υπέπεσε στην αντίληψη μου, εκείνο το καλοκαιρινό απόγευμα στο San Diego!
Αυτό, όμως, που σίγουρα ΔΕΝ έχετε καταλάβει είναι πως κατά πάσα πιθανότητα θα το λατρέψετε και εσείς, αν του δώσετε μια ευκαιρία. Είτε αγοράζοντας κάποιο από τα δύο volumes, είτε τσεκάροντας μερικά strips στο site, φροντίστε να γνωρίσετε άμεσα τη δουλειά του Paul Horn. Δε θα το μετανιώσετε!