SNAPSHOT REVIEWS 27-10-2011
ANIMAL MAN #2
Writer: Jeff Lemire
Artist: Travel Foreman
DC Comics
Δεν θα έλεγα πως η αλλαγή στη διάθεση μου απέναντι στον τίτλο, από το πρώτο στο δεύτερο τεύχος, είναι “στροφή 180 μοιρών”, ή κάποιο ανάλογο κλισέ από αυτά που δηλώνουν πλήρη μεταστροφή απόψεων, αλλά είναι σαφές ότι υπάρχει βελτίωση!
Ναι, τα προβλήματα που είχαν εμφανιστεί στο #1, υπάρχουν, σε ένα βαθμό, και εδώ. Το σχέδιο είναι μετριότατο, οι διάλογοι είναι “κάπως”, το plot προχωράει αργά και επιπλέον, το comic θα μπορούσε να ονομάζεται “Maxine Baker: Re-Animator”, με τον Animal Man να είναι supporting character στο comic της κόρης του. Παρ’ όλα αυτά, το γενικότερο plot έχει “ψωμί”, το όλο concept είναι ενδιαφέρον και το σασπένς υπάρχει, μολονότι οι χαρακτήρες είναι ελαφρώς “ασυμπάθιστοι”, οπότε η αγωνια για το αν θα τους συμβεί κάτι, έχει να κάνει περισσότερο με προσμονή, παρά με ανησυχία.
Όπως και να ‘χει, θα συνεχίσω για λίγο ακόμα…
HUNTRESS #1
Writer: Paul Levitz
Artist: Marcus To
DC Comics
Ήταν απολύτως βέβαιο ότι το DC relaunch/reboot δεν θα μπορούσε να μείνει στους χαρακτήρες που εμφανίζονται στους 52 νέους τίτλους του Σεπτεμβρίου. Το βάθος του DC Universe είναι πολύ μεγαλύτερο και αναμενόμενα, θα έπρεπε να ξανασυστηθούμε με αρκετούς ακόμη ήρωες, έστω και σιγά-σιγά.
Το ξεκίνημα γίνεται με την Huntress, μια ηρωίδα που έχει περάσει πάρα πολλά στα 30+ χρόνια της ύπαρξης της. Ομολογώ ότι δεν είχα κρατήσει επαφή με την Helena, εδώ και κάμποσο καιρό, αλλά διαβάζοντας το πρώτο τεύχος του νέου αυτού limited series, χαίρομαι ιδιαίτερα που τα ξαναλέμε. Ο Paul Levitz, χωρίς να κάνει κάτι ιδιαίτερα πολύπλοκο από πλευράς plot, παραδίδει μια ενδιαφέρουσα ιστορία, με μια δυνατή, έξυπνη και αποφασιστική πρωταγωνίστρια, που καταφέρνει να είναι female role model (σαν και αυτά που υποτίθεται πως ζητάνε συνεχώς οι φεμινίστριες comic bloggers), χωρίς όμως να είναι man-hater (σαν και αυτές που, στην πραγματικότητα, θέλουν οι φεμινίστριες comic bloggers).
Εξαιρετική δουλειά στο artwork από τον Marcus To, ο οποίος παντρεύει, με υπέροχο τρόπο, στοιχεία από Ανατολή και Δύση, τόσο στο ίδιο το σχέδιο, όσο και στα layouts.
LOVE & ROCKETS: NEW STORIES #4
Writer/Artists: Gilbert Hernandez, Jamie Hernandez
Fantagraphics Books
Ομολογώ ότι μόλις διάβασα την ιστορία “Browntown”, του Jaime Hernandez, στο τεύχος #3, είχα πάθει πλάκα! Δίχως υπερβολή, η συγκεκριμένη ιστορία, που μας εξιστορεί στιγμές από τα παιδικά χρόνια της Maggie και αποκαλύπτει τι έχει συμβεί με τον χαμένο αδερφό της, είναι ένα από τα 4-5 καλύτερα πράγματα που είχα την τύχη να διαβάσω στην “καριέρα” μου ως αναγνώστης comics και, όπως καταλαβαίνετε, ανησυχούσα πως μπορεί να έκρινα πολύ αυστηρά τα επόμενα τεύχη, συγκρίνοντας τα με αυτό το αριστούργημα.
Ευτυχώς, οι ανησυχίες μου διαλύθηκαν, καθώς αμέσως μόλις ξεκίνησα να διαβάζω την ιστορία της Maggie στο #4, κατάλαβα πως ο Jaime έχει πάρα πολλά ακόμα να δώσει. Ξεκινάει την ιστορία στο παρόν, περνάει σε flashbacks, ξαναγυρίζει στο σήμερα και ολοκληρώνει τοποθετώντας τους χαρακτήρες στο μέλλον. Ένα μέλλον που μπορεί να είναι “πραγματικό”, αλλά μπορεί να είναι και υποθετικό. Ένα από τα infinite potential futures, που θα έλεγαν και οι fans της επιστημονικής φαντασίας ή/και των X-Men. Δεν γνωρίζω αν ο Jaime Hernandez θα επιστρέψει στους συγκεκριμένους χαρακτήρες και στον κόσμο της Maggie Chascarillo γενικότερα (φαντάζομαι πως θα το κάνει και πως, τελικά, αυτό ήταν απλά ένα “πιθανό μέλλον”), αλλά ακόμη και αν δεν το κάνει, νομίζω πως κατόρθωσε να δώσει το ιδανικότερο φινάλε που μπορούσε να ζητήσει κανείς για αυτούς τους αγαπημένους χαρακτήρες!
Όπως, ίσως, θα παρατηρήσατε, μιλάω μόνο για το offering του Jaime και αγνοώ επιδεικτικά τον Gilbert. Ο λόγος είναι απλός: αυτά που γράφει ο Gilbert τα τελευταία χρόνια, από τότε που παράτησε τους χαρακτήρες του Palomar, είναι ΓΙΑ ΤΡΕΛΟΥΣ!!! Ενώ ο αδερφός του καταφέρνει συνεχώς να βελτιώνει την τέχνη και την τενική του, ως συγγραφέας, cartoonist, και storyteller, ο Gilbert (ο οποίος, για να μην ξεχνιόμαστε, ξεκίνησε, κατά κοινή ομολογία, από “υψηλότερο level”) βρίσκεται σε μια συνεχή και ταχύτατη παρακμή, που με κάνει να τρέμω στην ιδέα του τι μπορεί να δούμε στο μέλλον από αυτόν…
OPTIC NERVE #12
Writer/Artist: Adrian Tomine
Drawn & Quarterly
Είχαν περάσει πολλά χρόνια από την τελευταία φορά που μου άρεσε πραγματικά ένα τεύχος του OPTIC NERVE. Το συμπέρασμα που είχα βγάλει ήταν πως ο Tomine και εγώ είχαμε αρχίσει, εδω και πολύ καιρό, να κινούμαστε σε εντελώς διαφορετικές κατευθύνσεις ως άνθρωποι και πως μας ενδιέφεραν πλέον ανόμοια πράγματα. Αυτό, όμως, φαίνεται να αλλάζει ριζικά στο τεύχος #12!
Η πρώτη από τις δύο βασικές ιστορίες του τεύχους, με τίτλο “Hortisculpture”, μας μιλάει για έναν άνθρωπο που έχει ένα όραμα και αποφασίζει να το κυνηγήσει, αδιαφορώντας για τη χλεύη του κόσμου και τη δυσπιστία των δικών του ανθρώπων. Μην ανησυχείτε, δεν είναι τόσο βαρύ όσο ακούγεται – για την ακρίβεια, είναι ένα χιουμοριστικό comic strip! Ο Tomine δομεί όλη την ιστορία του τύπου που σκέφτηκε να συνδυάσει τη γλυπτική με την κηπουρική, στο format ενός κλάσικού εβδομαδιαίου newspaper strip, μέ έξι ασπρόμαυρα 4-panel gags (για τις έξι μέρες της εβδομάδας), τα οποία ακολουθούνται από ένα έγχρωμο ολοσέλιδο “Sunday page”, με το μοτίβο να συνεχίζεται μέχρι το ιδιαιτέρως Tomine-ικό conclusion. (i.e: No conclusion!)
Η δεύτερη ιστορία, με θέμα μια κοπέλα που μοιάζει τρομερά με μία πορνοστάρ, μπορεί να μην είναι τόσο ενδιαφέρουσα από φορμαλιστικής απόψεως, αλλά είναι πολύ έξυπνη, με ωραίους διαλόγους, καλή πλοκή και ένα απολύτως ικανοποιητικό φινάλε. Πάρα πολύ ωραίο και το ασπρόμαυρο autobio δισέλιδο, με το οποίο κλείνει το τεύχος. Συνολικά, μια πολύ δυναμική και ιδιαίτερα “πειστική” επιστροφή του Adrian Tomine. Πάντα τέτοια!
RACHEL RISING #2
Writer/Artist: Terry Moore
Abstract Studio
Δεύτερο τεύχος και τα ερωτήματα και οι απορίες εξακολουθούν να έρχονται με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα και συχνότητα απ’ ότι οι όποιες απαντήσεις ή διευκρινίσεις. Ξέρουμε ότι η Rachel δολοφονήθηκε και με κάποιον τρόπο επέστρεψε στη ζωή. Ξέρουμε ότι θέλει να μάθει ποιός και γιατί τη σκότωσε, αλλά αυτό είναι δύσκολο, καθώς δεν θυμάται σχεδόν τίποτε από το συμβάν. Ξέρουμε ότι έχει μια θεία/φίλη που αρχικά δεν πιστεύει πως η φίλη/ανηψιά της είναι “ζωντανή” (για αρκετή ώρα είναι σε άρνηση και νομίζει πως βλέπει φαντάσματα/οράματα – λογική αντίδραση από κάποιον που δουλεύει σε νεκροτομείο), αλλά τελικά πείθεται και αποφασίζει να τη βοηθήσει.
Ξέρουμε επίσης πως στην ιστορία εμπλέκεται και ένα μικρό κοριτσάκι, το οποίο, λίγο πριν πέσει για ύπνο, βλέπει ξαφνικά μια περίεργη γυναίκα με σατανικό βλέμμα και χαμόγελο και σύντομα το γλυκό κοριτσάκι παύει να είναι τόσο γλυκό (ρωτήστε τη μεγάλη αδερφή του).
Γενικά, αυτό που είναι απολύτως σαφές είναι πως, όπως και στο πρώτο τεύχος, βλέπουμε μάλλον ένα πολύ μικρό κομμάτι μιας μεγάλης ιστορίας. Εν μέρει, το ίδιο ίσχυε και στο αριστουργηματικό ECHO, με τη διαφορά ότι εκεί κάθε τεύχος έμοιαζε με κεφάλαιο ενός μυθιστορήματος, ενώ εδώ είναι σαν μία σελίδα από ένα κεφάλαιο – ή και λιγότερο! Για να χρησιμοποιήσω το χιλιοειπωμένο κλισέ, βλέπουμε απλά κομμάτια ενός πολύ μεγάλου παζλ. Ευτυχώς, τα κομμάτια είναι όμορφα και ο τύπος που φτιάχνει το παζλ έχει δώσει τα διαπιστευτήρια του στην τέχνη του picture-making.
THE RINSE #2
Writer: Gary Phillips
Artist: Marc Laming
Boom! Studios
Το set-up συνεχίζεται, καθώς οι δημιουργοί εξακολουθούν να μας συστήνουν τους πρωταγωνιστές και τους supporting players αυτής της αρκετά ενδιαφέρουσας ιστορίας, που διαδραματίζεται, λίγο-πολύ, στον υπόκοσμο και έχει ως θέμα το ξέπλυμα χρημάτων (rinse). Ο βασικός πρωταγωνιστής, Jeff Sinclair, είναι ο κλασικός lovable criminal (κάτι σαν τον Neal Caffrey του WHITE COLLAR), ο οποίος, όπως γίνεται συνήθως σε τέτοιου τύπου ιστορίες, κάποια στιγμή κάνει το λάθος να αναλάβει τη λάθος δουλειά και να μπλέξει με τους λάθος ανθρώπους.
Το characterization είναι πολύ basic, με τους περισσότερους χαρακτήρες που εμφανίζονται να δίνουν αυτή την περίεργη αίσθηση του “αυτόν κάπου τον έχω ξαναδεί”. Γενικά, και στους χαρακτήρες, αλλά και στο plot, ο συγγραφέας Gary Philips μοιάζει να έχει κάνει μια σύνθεση/κολάζ από πολλά δείγματα του crime/noir genre.
Αρκετά καλό το artwork από τον Marc Laming, αλλά όχι τόσο για να προσπεράσει κανείς την πολύ τυπική, σχεδόν κλισέ ιστορία. Το πρώτο τεύχος κόστιζε μόνο ένα δολάριο και, σε γενικές γραμμές, άξιζε τα λεφτά του, αλλά δε νομίζω πως μπορώ να πω το ίδιο και για το – regularly priced – δεύτερο…