The X-Reviews Week: WOLVERINE AND THE X-MEN #1
Writer: Jason Aaron
Penciller: Chris Bachalo
Marvel Comics
Spoiler Warning: Το συγκεκριμένο review ενδέχεται να περιέχει σημαντικές πληροφορίες σχετικά με την υπόθεση που διαδραματίζεται στο τεύχος.
Αν ρωτούσαμε μέχρι και πριν έναν χρόνο τους X-fans, ποιες θα θεωρούσαν ως τις πλέον ιδανικές επιλογές για να “τρέξουν” ξανά τη σχολή του Westchester, κόντρα στη μιλιταριστική Utopia του Cyclops, σίγουρα θα έπεφταν στο τραπέζι κάποια ονόματα (από τον Beast μέχρι την Emma Frost). Kανένα από αυτά, όμως, δεν θα είχε την εμπορική προοπτική που φέρνει το όνομα και η παρουσία του Wolverine.
Έτσι, σε ένα out-of-character κρεσέντο, ο Wolverine, γνωστός μεταξύ άλλων για το ότι φρικάρει από την πολυκοσμία, ο Wolverine, που αφήνει τους πάντες σύξυλους και καβαλάει τη μηχανή του για να εξαφανιστεί (μέχρι να επιστρέψει), ο Wolverine με τις ανεξέλεγκτες εκρήξεις βίας, ο Wolverine με τις υποχρεώσεις του στην ομάδα των Avengers, κυρίως όμως ο Wolverine που ουδέποτε εκδήλωσε, ή έστω φλέρταρε με την επιθυμία να αναλάβει την ευθύνη της διαπαιδαγώγησης των νεαρών μεταλλαγμένων, έρχεται, ως το απόλυτο outsider, να χαράξει ένα νέο δρόμο για τις νέες γενιές. Αν εξαιρέσει κανείς ότι έδωσε στη σχολή το όνομα του μεγάλου απωθημένου έρωτά του (βλέπε Jean Grey School for Higher Learning), όλα τα άλλα θα μπορούσαν να παραπέμψουν σε fan fiction “ονειρώξεις”.
Κι αυτό γιατί μπορείς να δεχτείς την απρόβλεπτη κίνηση ενός χαρακτήρα ως κομμάτι της “ωρίμανσής” του, όχι όμως και κάποιου σαν τον Wolverine, που ζει εδώ και περισσότερα από 100 χρόνια κι ό,τι αλλαγές ήταν να συμβούν στην προσωπικότητά του θα έπρεπε τώρα να έχουν αποκρυσταλλωθεί. Κάπου εκεί με έχασε και το ξεκίνημα αυτού του τεύχους, όταν ο Xavier, με τα μισά χρόνια ζωής από τον Logan, τον συμβουλεύει ότι “δεν θα ήθελες έναν γέρο πάνω από το κεφάλι σου να σου λέει τι να κάνεις”. Προκειμένου να αρχίσω να βλέπω με καλό μάτι αυτό το τεύχος, έπρεπε όμως να προσπεράσω κι άλλη μία αστοχία: Για να χτιστεί ξανά η έπαυλη του Xavier και μάλιστα με τις – κατά τα άλλα, εξαιρετικές – φουτουριστικές προσθήκες της, σίγουρα δεν θα αρκούσαν ούτε οι τραπεζικές καταθέσεις του Wolverine, ούτε και ο μισθός που του έχουν κόψει οι Avengers. Ας πούμε, όμως, ότι τέτοιου είδους αυθαιρεσίες έχω μάθει να τις συγχωρώ στα υπερηρωικά comics, καθώς έχω αποδεχθεί, πλέον, ότι αποτελούν μέρους της αφελούς γοητείας τους.
Σε ό,τι αφορά, τώρα, στην ιστορία του τεύχους, ο Jason Aaron κάνει ένα σχεδόν αριστοτεχνικό set up. Με αφορμή την επίσκεψη δύο επιθεωρητών του Department of Education, κατά την πρώτη μέρα λειτουργίας της Σχολής, παρακολουθούμε και γνωρίζουμε καθηγητές και σπουδαστές να παίρνουν τις θέσεις τους σ’ αυτό το νέο ξεκίνημα. Το cast είναι μεγάλο, αλλά αυτό δεν δείχνει να αποτελεί πρόβλημα για τον συγγραφέα. Οι “φωνές” των χαρακτήρων, από την Kitty Pryde μέχρι τον Beast, είναι άμεσα αναγνωρίσιμες και πιστές στην ουσία, τον τρόπο σκέψης και τις προτεραιότητές τους. Υπάρχει, βέβαια, μια περιρρέουσα εξυπνακίστικη διάθεση στους διαλόγους, το φαινόμενο, όμως, δεν αφορά μεμονωμένα αυτόν τον τίτλο, αλλά μάλλον την ευρύτερη αντίληψη των δύο μεγάλων εταιριών για τους χαρακτήρες τους. Στην αρχή αυτής της παραγράφου, δεν χρησιμοποίησα τυχαία τη λέξη “σχεδόν”, αναφερόμενος στο set up. Κατά τη γνώμη μου, το tour των επιθεωρητών κρατάει υπερβολικά πολύ κι από ένα σημείο και μετά, οι ατάκες τύπου “την πατήσαμε”, ανάμεσα στον Logan και την Kitty, μοιάζουν να συνεχίζονται μόνο και μόνο επειδή εξυπηρετούν την οικονομία του σεναρίου.
Ένα από τα πιο ιδιαίτερα σημεία αυτού του τεύχους είναι η συνάντηση του Wolverine με τον νέο Black King του Hellfire Club, κατά την οποία ο σατανικός πιτσιρικάς του αποκαλύπτει ότι αυτός ενορχήστρωσε τα γεγονότα που οδήγησαν στο Schism. Είμαι πραγματικά περίεργος να δω πώς θα χειριστεί ο Aaron τη συνέχεια αυτής της ιστορίας, αν και φοβάμαι ότι οποιαδήποτε άλλη εξέλιξη πλην του Wolverine να μιλάει με τον Cyclops και να τον ενημερώνει για όσα έμαθε, προσβλέποντας στο να πλακώσουν όλοι οι X-Men και να τιμωρήσουν το σκατόπαιδο, θα είναι μάλλον εκτός πραγματικότητας.
Αναφορικά με το σχέδιο του Chris Bachalo, έχω μόνο καλά πράγματα να πω. Δείχνει ιδανικό για το είδος αυτής της ιστορίας, και μάλιστα για περισσότερους του ενός λόγους. Κατ’ αρχάς, η αντίστοιχη εμπειρία του σχεδιαστή στο GENΕRATION-X. Δεύτερον, η ικανότητά του να χειρίζεται πολυλογάδικα σενάρια, χωρίς να χάνει το παραμικρό σε επίπεδο composition. Τρίτον, η τεράστια πρόοδος που έχει σημειώσει ως σχεδιαστής από την προαναφερθείσα δουλειά του προ 15ετίας, μέχρι σήμερα. Και τελευταίο, ίσως όμως και πιο σημαντικό, το γεγονός ότι ο τρόπος που σχεδιάζει ανθρωπόμορφους (και μη) χαρακτήρες, δημιουργεί μία πανέμορφη, ενήλικα παραμυθένια ατμόσφαιρα. Ό,τι ακριβώς χρειάζεται αυτός ο τίτλος. Τα ζωηρά, φωτεινά χρώματα (για τα οποία είναι υπεύθυνος ο ίδιος) συμπληρώνουν τα παραπάνω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, σε αυτή τη φουτουριστική wonderland που σχεδιάζει.
Συνοψίζοντας, έχω να πω ότι ευχαριστήθηκα αυτό το τεύχος και το προτείνω ανεπιφύλακτα σε όσους X-fans έβρισκαν άνευ λόγου μιλιταριστική (για να μην πω στρατόκαυλη) την περίοδο του Utopia. Σημαντικό πράγμα η πειθαρχία και η ετοιμότητα του “στρατεύματος” στους δύσκολους καιρούς, αλλά μια χαρά τα κατάφερναν οι X-Men να επιβιώσουν και πριν αρχίσουν να χαιρετούν στρατιωτικά τον αρχηγό τους, ή να βγάζουν τα πιτσιρίκια τους ως αναλώσιμα στην πρώτη γραμμή του πυρός. Στην ερώτηση του X-office “Whose Side Are You On?”, είχα ήδη απαντήσει. Κι αυτό, μπορεί να πει κανείς ότι με είχε προδιαθέσει θετικά για το WOLVERINE AND THE X-MEN, τουλάχιστον κατά το ήμισυ. Για το άλλο μισό, που αφορά στην ποιότητα αυτού του τεύχους, έχω να πω ότι οι Aaron και Bachalo μας παρέδωσαν ένα εξαιρετικό πρώτο τεύχος, το οποίο, παρά τις λιγοστές σεναριακές αστοχίες του, είναι γεμάτο ενεργητικότητα, δημιουργικές ιδέες και προοπτική για μία εξίσου καλή, αν όχι καλύτερη συνέχεια.
Σίγουρα θα παρακολουθώ και τη σειρά UNCANNY X-MEN (το πρώτο τεύχος της οποίας επίσης βρήκα καλό – αλλά για άλλους λόγους), μου είναι, όμως, προφανές ότι, κατά βάση, αυτός είναι ο X-τίτλος για μένα. Τουλάχιστον “ιδεολογικά”.