AMALA’S BLADE #1 (of 4)
Writer: Steve Horton
Artist: Michael Dialynas
Dark Horse Comics
SPOILER ALERT! Το παρόν άρθρο ενδέχεται να περιέχει spoilers για το comic. Αν σκοπεύετε να διαβάσετε το comic και δεν θέλετε να σας αποκαλυφθούν γεγονότα και καταστάσεις, συνεχίστε εδώ.
Το AMALA’S BLADE συνεχίζει τον επιτυχημένο τρόπο προώθησης νέων comics που έχει υιοθετήσει η Dark Horse και πρόσφατα είδαμε με το RESIDENT ALIEN. Τα τρία μικρά κεφάλαια της ιστορίας που δημοσιεύθηκαν στην ανθολογία DARK HORSE PRESENTS (συγκεκριμένα στα τεύχη #9-11) στις αρχές του 2012 αποτέλεσαν το υλικό για το τεύχος #0 της σειράς AMALA’S BLADE, που εκδόθηκε πριν λίγους μήνες, και μας οδηγεί στο πρώτο, από τα τέσσερα, τεύχη του ομώνυμου mini-series (το οποίο κάποιοι τυχεροί αποκτήσαμε νωρίτερα στο φετινό Comicdom Con Athens. Οι υπόλοιποι θα πρέπει να κάνετε υπομονή λίγο ακόμη, μέχρι να έρθει στα comic shops).
Ο steampunk/πειρατικός/fantasy κόσμος του Βασιλείου του Naamaron είναι για δεκαετίες το θέατρο της σύγκρουσης δύο φυλών, των αγνών “low-tech” Purifiers και των “high-tech” Modifiers, οι οποίοι λατρεύουν την τεχνολογία και τη χρησιμοποιούν ακόμα και για να βελτιώσουν τα φυσικά τους χαρακτηριστικά σε σημείο που μοιάζουν με ανδροειδή.
Η Amala, σαν άλλος Han Solo, προσπαθεί να επιβιώσει σε αυτόν τον κόσμο κοιτάζοντας τον εαυτό της και όντας η πιο θανάσιμη δολοφόνος στην υπηρεσία του Βεζίρη. Χαρακτηριστικό της είναι τα φαντάσματα από το παρελθόν της, τα οποία την ακολουθούν παντού (και της σπάνε τα νεύρα). Όταν όμως τραβάει πολλή προσοχή πάνω της (πολύ περισσότερη από όση δικαιούται ένας πληρωμένος δολοφόνος), πέφτει στη δυσμένεια του Βεζίρη, ο οποίος αποφασίζει πως πλέον του προξενεί μεγαλύτερη ζημιά από ότι όφελος και έτσι της αναθέτει μια θεωρητικά αδύνατη αποστολή αυτοκτονίας.
Μπορεί ο Steve Horton να δανείζεται στοιχεία από πολλές μεριές (αν η έλλειψη πρωτοτυπίας ήταν θανάσιμο αμάρτημα, δε θα είχαμε comics να διαβάζουμε), είναι όμως πολύ επιτυχημένος ο τρόπος με τον οποίο τα συνδυάζει, ώστε ο κόσμος που δημιουργεί να μοιάζει φυσικός και πιστευτός. Ένα στοιχείο που συμβάλλει σε αυτό είναι η δημιουργία “μυθολογίας” με τη σύγκρουση των Purifiers και Modifiers, η αναφορά σε διάφορες τοποθεσίες του κόσμου του Naamaron (ακόμα και αν δεν τις δούμε στην ιστορία), ακόμα και ο χάρτης του Naamaron στο πρώτο εσώφυλλο του τεύχους, a la Conan. Αν κάτι δε μου άρεσε είναι το γεγονός ότι παρόλο που υπάρχει μια χιουμοριστική και παιχνιδιάρικη ατμόσφαιρα (που μου προξενεί θετική εντύπωση), κάποιες σκηνές είναι αχρείαστα βίαιες (για παράδειγμα το μαχαίρωμα στο λαιμό ενός θύματος), με αποτέλεσμα να μοιάζουν εκτός κλίματος.
Στο σχέδιο και τα χρώματα του comic θα βρούμε μια πολύ γνώριμη φυσιογνωμία. Ο Μιχάλης Διαλυνάς ανήκει στη νέα γενιά των Ελλήνων σχεδιαστών που ξεπετάχτηκαν την τελευταία δεκαετία και προστίθεται σε αυτούς (όπως είναι ο Ηλίας Κυριαζής) που έσπασαν τα σύνορα και δημοσιεύουν δουλειές σε μεγάλους εκδοτικούς οίκους του εξωτερικού. Όντας συνδημιουργός του comic, δεν είναι τυχαίο ότι “πατάει” στα δυνατά του σημεία. Το cartoony σχέδιο και οι έντονες εκφράσεις των χαρακτήρων είναι πλήρως συμβατές με το ύφος της ιστορίας, όμως πιο εντυπωσιακό για εμένα (που δεν είχα ιδιαίτερη εμπειρία με προηγούμενα έργα του) είναι το υψηλό επίπεδο storytelling. Οι κινήσεις των χαρακτήρων ζωντανεύουν την ιστορία, η ροή της οποίας είναι τόσο ομαλή που μοιάζει, νομίζεις, με κινούμενο σχέδιο. Στα θετικά καταγράφεται και η εμφανής βελτίωση σε σχέση με το τεύχος #0 (περσινό υλικό), αφού το σχέδιο είναι πλέον λεπτομερέστερο και η ποικιλία των χρωμάτων μεγαλύτερη.
Συνολικά πρόκειται για μια ευχάριστη έκπληξη που προτείνω ανεπιφύλακτα, όχι επειδή συμμετέχει το δικό μας παιδί/για να στηρίξουμε τους Έλληνες δημιουργούς/από συμπάθεια, αλλά γιατί πραγματικά το αξίζει.