WOLF MOON #1
Writer: Cullen Bunn
Artist: Jeremy Haun
DC Comics (Vertigo)
Το horror είναι ένα δύσκολο είδος. Από τη μία, είτε σου αρέσει ή όχι, και από την άλλη, ακόμη και αν σου αρέσει γενικά, είναι τόσο μα τόσο δύσκολο να βρεις το comic (ή την ταινία, ή το βιβλίο ή το οτιδήποτε) με τη σωστή ισορροπία που όχι απαραίτητα θα σε τρομάξει, αλλά που θα σε κρατήσει σε εγρήγορση, που θα σε κάνει να το σκέφτεσαι ξανά και ξανά, θα σε βάλει στο κλίμα τέλος πάντων. Η μυθολογία των λυκανθρώπων είναι μια ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα υποκατηγορία της λογοτεχνίας του τρόμου, αλλά και από τις πιο δύσκολες, μιας και είναι πολύ εύκολο να πέσει σε αισθητικά σφάλματα. Αρκετά πλατείασα, όμως, γιατί μία είναι η ερώτηση που εκκρεμεί και φλέγει: είναι το WOLF MOON εκείνο το έργο τρόμου που θα συναρπάσει; Που θα κάνει τους αρνητές του horror να αναθεωρήσουν και να αλλαξοπιστήσουν; Είναι το comic που θα διορθώσει δεκαετίες (ή και αιώνες) κακής φήμης για τους λυκανθρώπους; Ε, Μμμ… Βασικααά…
Όταν ένας λυκάνθρωπος αρχίσει τις μεταμεσονύχτιες του σφαγές σε κάποια μικρή αμερικανική πόλη, το πιθανότερο είναι πως κάπως θα κυκλοφορήσει στα νέα και το μόνο που χρειάζεται είναι κάποιος να έχει τα μάτια του ανοιχτά για να καταλάβει τα σημάδια. Αυτός ο κάποιος είναι ο Dillon, που εδώ και πολύ καιρό κυνηγάει το τέρας. Οπότε, πακετάρει τα πράγματα του, αφήνει την όμορφη καλή του πίσω και ξεκινά για το Kentucky, για να ψάξει να βρει τον κακό λύκο και ίσως επιτέλους να τον σκοτώσει. Ακολουθούν αποκαλύψεις σχετικά με την φύση του λυκανθρωπισμού, οι οποίες αποτελούν – ή προσπαθούν τουλάχιστον να αποτελέσουν – ανατροπή πάνω στον κλασικό μύθο και έρχονται σε εμάς σε μορφή captions, από το ημερολόγιο του Dillon, με κάθε δεύτερη λέξη υπογραμμισμένη – για έμφαση μάλλον.
Υπήρξαν πολλά πράγματα που με ενόχλησαν στο WOLF MOON. Θα μπορούσα να αποδώσω την πλειοψηφία αυτών στο γεγονός ότι ο Cullen Bunn γράφει την ώρα που μιλάμε τόσους τίτλους, που ούτε αυτός θυμάται πόσους, μάλλον με αποτέλεσμα να χρειάζεται να απλώσει την μία καλή ιδέα που έχει περιοδικά μεταξύ όλων αυτών, με μίζερα αποτελέσματα. Όπου και να οφείλονται τα προβλήματα του τίτλου, όμως, δεν μπορώ να μην (ξανά) σχολιάσω τον απαίδευτο τρόπο αφήγησης, σε πρώτο πρόσωπο, από τον πρωταγωνιστή, που δεν αποφεύγει κανένα κλισέ και δεν αποκαλύπτει τίποτα βαθύτερο από κάτι που θα διάβαζε κανείς σε χαρτάκι από ημερολόγιο τοίχου, από αυτά που είχαν οι γιαγιάδες μας. Επίσης, η δήθεν ανατροπή του μύθου, ακόμη και αν είχε κάποιο ενδιαφέρον – που δεν το αποκλείω – επισκιάζεται από τη χρήση πολλών κλισέ που άλλες, πιο “παραδοσιακές” αφηγήσεις έχουν εδώ και καιρό αποποιηθεί και ξεπεράσει. Γενικά, όσο πασχίζει το σενάριο να δώσει την εντύπωση της πρωτοτυπίας τόσο φαίνεται παρωχημένο και όσο το gore προσπαθεί να υπερκαλύψει την έλλειψη περιεχομένου τόσο οδηγείται σε αδιέξοδο η αφήγηση.
Για το σχέδιο του Jeremy Haun έχω να πω ότι αδικείται. Χωρίς να είναι ό,τι καλύτερο έχω δει, είναι αξιοπρεπέστατο και πολύ ταιριαστό για αυτού του είδους την ιστορία. Απόδειξη αυτού, ο ίδιος ο λυκάνθρωπος, ο οποίος, παρά τα δεκάδες κλισέ στα οποία έχει καταφέρει να πέσει αυτό το ολιγοσέλιδο τεύχος, είναι ακριβώς όπως πρέπει να είναι, ένα επίτευγμα όχι μόνο για το συγκεκριμένο έργο, αλλά για ολόκληρο το είδος. Κάποια μικρο-λαθάκια στο σχέδιο περνούν σχεδόν απαρατήρητα, σε ένα σύνολο πολύ ικανοποιητικό οπτικά. Φυσικά, δεν πρέπει να ξεχάσω και το πολύ καλό εξώφυλλο του Jae Lee, που από μόνο του ίσως καταφέρνει να ξεπληρώσει τις όποιες αποτυχίες του WOLF MOON (και το οποίο ήδη ο Άκης Τριανταφύλλου συμπεριέλαβε στα καλύτερα του Δεκεμβρίου).
Το WOLF MOON δεν θα το πρότεινα ούτε σε κάποιον που δεν του αρέσει το horror (και ιδιαίτερα οι ιστορίες με λυκανθρώπους) ούτε σε κάποιον λάτρη αυτού του είδους. Αν είστε κάπου στη μέση και δε θυμώσετε πολύ από τις παρατυπίες στην αφήγηση και το ύφος, το WOLF MOON έχει κάποια στοιχεία που ίσως να αξίζουν μια δοκιμή, αλλά μέχρι εκεί.