CAPTAIN AMERICA: WHITE #1

Captain-America-White-1-CoverWriter: Jeph Loeb
Artist: Tim Sale
Marvel Comics

Δε μπορώ να πω πως συγκαταλέγομαι στους θαυμαστές των προηγούμενων σχετικών δουλειών που έχουν προκύψει από τη συνεργασία των Jeph Loeb και Tim Sale (DAREDEVIL: YELLOW, SPIDER-MAN: BLUE, HULK: GRAY), κυρίως λόγω του artwork του Sale, το οποίο θεωρώ hit or miss. Κάποιες φορές, άλλωστε, μου φαίνεται υπερβολικά επιτηδευμένα “αθώο” και νοσταλγικό. Το – κατά τη δική μου γνώμη – μειονέκτημα αυτό, όμως, θα μπορούσε να αποδειχθεί πλεονέκτημα στην περίπτωση του CAPTAIN AMERICA: WHITE – η εποχή της αθωότητας, άλλωστε, ταιριάζει γάντι στον Cap.

Επιπλέον, το hype του νέου αυτού mini series δε θα μπορούσε να με αφήσει ασυγκίνητο. Ανακοινώθηκε για πρώτη φορά το 2008 (σύντομα, μάλιστα, κυκλοφόρησε κι ένα τεύχος #0). Αλλά τα ίχνη της συνεργασίας του διδύμου των Loeb/Sale εξαφανίστηκαν, μέχρι πριν λίγο καιρό.

Η ώρα, όμως, έφτασε και το CAPTAIN AMERICA: WHITE #1 παραδίδει όσα υπόσχεται. Στο πνεύμα των προηγούμενων σειρών, ο πρωταγωνιστής (ο άρτι ξεπαγωμένος Steve Rogers) θρηνεί το χαμό ενός κοντινού του προσώπου – όχι του αντικειμένου του ερωτικού του ενδιαφέροντος, όπως στα DAREDEVIL: YELLOW και SPIDER-MAN: BLUE, αλλά του πιστού του φίλου και sidekick, του Bucky Barnes. Και σε αυτό το σημείο, οι σελίδες πλημμυρίζουν από αναμνήσεις, ιστορίες από το στρατό και μπόλικη νοσταλγία.

Captain-America-White-1-1Στο πρώτο αυτό τεύχος, λοιπόν, βλέπουμε τον Cap να αφηγείται τη γνωριμία του με τον Bucky και την εξέλιξη της συνεργασίας τους, η οποία έφτασε στο σημείο της αδερφικής φιλίας. Ο τόνος της αφήγησης αυτής είναι κατά κανόνα γλυκόπικρος – ειδικά, αν αποφασίσουμε να τον δούμε μέσα από ένα αθώο πρίσμα.

Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα (ή ενδεχομένως η μεγαλύτερη παγίδα – για τους πιο… αναίσθητους) της ιστορίας αυτής, άλλωστε, είναι το γεγονός πως όλοι γνωρίζουμε πως ο Bucky είναι ζωντανός. Και η πληροφορία αυτή αλλάζει, όπως είναι φυσικό, τον τρόπο που προσλαμβάνουμε τις ιστορίες που αφηγείται ο Captain America. Mε λίγα λόγια, πρόκειται για μια ιστορία που μπορεί να λειτουργήσει σε διαφορετικά επίπεδα.

Φυσικά, όπως κι αν προσλάβει κανείς την ιστορία του Cap, το επόμενο πεδίο ενδιαφέροντος είναι η ατμόσφαιρα και η δράση. Μιλάμε, άλλωστε, για ιστορίες που λαμβάνουν χώρα εν μέσω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με τον Captain America και τον Bucky να συνεργάζονται με τους Howlin’ Commandos του Nick Fury και να ανατινάζουν Ναζί! Κανένας super villain (τουλάχιστον όχι ακόμη), καμία S.H.I.E.L.D., κανένα παράλληλο universe και καμία κοσμική απειλή. Οι γραμμές ανάμεσα στο καλό και στο κακό είναι ξεκάθαρες (κάτι που σπάνια βλέπουμε στα σημερινά comics με πρωταγωνιστή τον Cap ή τους Avengers), οι πρωταγωνιστές έχουν ένα και μόνο κίνητρο, χωρίς όμως να είναι μονοδιάστατοι, και τα περισσότερα από αυτά που εμφανίζονται στις σελίδες του comic είναι αυτά που φαίνονται.

Captain-America-White-1-2Βέβαια, όσο straightforward, απλοϊκό και ρομαντικό κι αν φαίνεται το σενάριο του Loeb – ο Cap θα μπορούσε να θρηνεί και τον χαμό της Silver και Golden Age των comics, αντί για του Bucky – ο παράγοντας της νοσταλγίας εκτοξεύεται στα ουράνια, χάρη στο σχέδιο του Sale. Πέρα από το να υποστηρίζει ιδανικά τον τόνο του σεναρίου και το να αλλάζει συνεχώς λιγότερο ή περισσότερο την τεχνοτροπία του, σελίδα με τη σελίδα, ο σχεδόν μόνιμος συνεργάτης του Loeb (τους έχουμε δει ξανά μαζί και στα SUPERMAN: FOR ALL SEASONS και BATMAN: THE LONG HALLOWEEN, μεταξύ άλλων) ενισχύει τρομερά τον χαρακτήρα του comic, με σχέδια που φαίνονται πρόχειρα και ίσως παιδικά, αλλά κρύβουν λεπτομέρειες και ενέργεια.

Όσο κι αν ταίριαξε το σχέδιο του Sale στο CAPTAIN AMERICA: WHITE #1, δε μπορούσα παρά να αναρωτηθώ πολλές φορές: αυτή είναι η τεχνοτροπία που ήθελε να δείξει ή απλά βαριόταν να φτιάξει κάτι διαφορετικό; Δέχομαι, όμως, σε κάθε περίπτωση πως αυτό είναι το στιλ του Sale και έτσι θα είναι πάντα, όσο κι αν εμένα δε μου αρέσει.

Κλείνοντας, τέλος, με παράπονα για το CAPTAIN AMERICA: WHITE #1, δε θα μπορούσα να μην αναφέρω την τιμή του. Στα $4.99, βέβαια, αγοράζεις περισσότερες σελίδες (στις οποίες περιλαμβάνεται και μια συνέντευξη των δημιουργών) από ότι συνήθως. Στις έξτρα σελίδες, όμως, κυριαρχεί η ιστορία του #0, το οποίο είχε κυκλοφορήσει πριν μερικά χρόνια. Και, εντάξει, εγώ πρώτη φορά το διάβασα. Τι γίνεται, όμως, με αυτούς που είχαν ξοδευτεί και τότε να το αγοράσουν;