Worst X-Man Ever #1
Tα τελευταία χρόνια το X-franchise δεν αποτελεί το μεγάλο selling point που αποτελούσε κάποτε. Με τους συγγραφείς να έχουν κολλήσει και να αναλώνονται στην επανάληψη των ίδιων ιδεών, ξανά και ξανά, και το κεντρικό status quo να μεταβάλλεται συνεχώς, τα Χ-books έχουν πια χάσει την αίγλη τους. Η πλειονότητα των, ελάχιστων πλέον, τίτλων που κυκλοφορούν κάτω από τη σημαία των X-Men, είναι ανίκανοι να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του αναγνωστικού κοινού, και στο συνεχώς συρρικνωμένο franchise, κάθε νέος τίτλος αποτελεί ευχάριστη είδηση για τους fans των μεταλλαγμένων ηρώων.
Με μια πρώτη ματιά, το WORST X-MAN EVER, σίγουρα, δεν είναι ο τίτλος εκείνος που θα ενθουσιάσει τους φανατικούς του franchise. Οι πρωταγωνιστές της σειράς δεν είναι οι γνωστοί προϋπάρχοντες χαρακτήρες – αντιθέτως, οι ήρωες αυτοί δρουν στο background, ενώ ένας νέος μεταλλαγμένος είναι αυτός που αναλαμβάνει κεντρική δράση και γύρω από αυτόν εξελίσσεται η πλοκή της ιστορίας.
Ο Bailey είναι ένας συνηθισμένος, καθημερινός έφηβος Αμερικανός μαθητής, ο οποίος δεν είναι ούτε αρκετά διάσημος για να ανήκει στην αφρόκρεμα του σχολείου του, ούτε όμως και αρκετά diverse, ώστε να ανήκει σε κάποια άλλη σχολική κλίκα. Όλα, λοιπόν, κυλούν φυσιολογικά στη ζωή του, μέχρι που οι γονείς του αποφασίζουν να του αποκαλύψουν ότι είναι μεταλλαγμένοι και του ανακοινώνουν ότι και ο ίδιος φέρει το μεταλλαγμένο γονίδιο. Η απακάλυψη αυτή είναι που θα τον οδηγήσει στην ακαδημία των X-Men, προκειμένου να αναπτύξει το ξεχωριστό του χάρισμα. Όμως, ο Bailey γρήγορα καταλαβαίνει ότι η νέα του ζωή στο ινστιτούτο δεν διαφέρει και πολύ από την προηγούμενη, απλή ζωή του, αφού, πρακτικά, τις ικανότητες του δεν μπορεί να τις αξιοποιήσει.
Στην πραγματικότητα, το creative team περιγράφει ένα ήδη χιλιοπαιγμένο έργο, που ίσως στα επόμενα τεύχη οδηγήσει σε ελαφρά προβλέψιμο τέλος, δίνοντας, όμως, μια πρωτότυπη χροιά και αποφεύγοντας κλισέ καταστάσεις και σκηνές. Ο Bailey είναι ένας έφηβος που προσπαθεί να αφομοιωθεί στην κλειστή κοινωνία με την οποία συναλλάσσεται, αλλά στο σχολείο του είναι ένας μεταλλαγμένος που διαφοροποιείται από τους άλλους, λόγω αυτής της γονιδιακής του μετάλλαξης, ενώ, ως μέλος των X-Men, η έλλειψη κάποιου μοναδικού χαρίσματος έχει ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό του από την υπόλοιπη κοινότητα των μεταλλαγμένων.
Παρ’ όλο που η σειρά έχει ως στόχο να δώσει μια περισσότερο κωμική και ελαφρά σατιρική νότα στο franchise, το τεύχος έχει κάποιες δυνατές heartbreaking scenes, τις οποίες ο συγγραφέας, Max Bemis, χρησιμοποιεί, όχι προς τέρψη των αναγνωστών, αλλά για να εντείνει την ειρωνεία που θέλει να αποδώσει. Σκιαγραφεί εξαιρετικά την ψυχοσύνθεση του χαρακτήρα, και αποτυπώνει με μαεστρία τις διακυμάνσεις των συναισθημάτων ενός εφήβου, περιγράφοντας τις γρήγορες εναλλαγές στη συμπεριφορά του, από τον υπέρμετρο ενθουσιασμό και την αισιοδοξία, στη συνειδητοποίηση της ωμής πραγματικότητας.
Οι περιπέτειες του Bailey δεν λαμβάνουν χώρα στο σημερινό status quo των Χ-Men – πιθανώς να μη λαμβάνουν καν χώρα στο κεντρικό σύμπαν της Marvel. Η σύνθεση των X-Men δεν παραπέμπει σε κάποια συγκεκριμένη περίοδο, αλλά αποτελείται από τις διάσημες εκδοχές του κάθε μεταλλαγμένου, δημιουργώντας ένα αίσθημα νοσταλγίας στους παλιούς αναγνώστες. Στο οπτικό κομμάτι, το σχέδιο του Walsh είναι αρκετά απλό και λιτό, χωρίς πολλές λεπτομέρειες και υπερβολές, και παρ’ όλο που δεν ικανοποιεί το προσωπικό μου γούστο, ταιριάζει απόλυτα στον τίτλο.
Η αλήθεια είναι πως, με την ανακοίνωση του τίτλου, το όλο concept δεν μου γέμισε το μάτι. Οι politically incorrect τίτλοι του X-franchise, εξάλλου, ποτέ δεν κατάφεραν να κερδίσουν την καρδιά μου (ή το πορτοφόλι μου), και προτιμώ να ακολουθώ πιστά τις κλασικές και πιο δραματοποιημένες ιστορίες των X-Men. Όμως, το πρώτο τεύχος του WORST X-MAN EVER #1 αποτέλεσε μια ευχάριστη έκπληξη, διαψεύδοντας τις προβλέψεις μου, και σίγουρα αξίζει να του δοθεί μια ευκαιρία από τους λάτρεις του είδους και πιθανώς να καταφέρει να ικανοποιήσει ακόμη και τους πιο απαιτητικούς.