Τhe Green Lantern #1
Υπάρχουν κάποια comics που η ανακοίνωση τους είναι αρκετή για να σκορπίσει κύματα ανυπομονησίας στους απανταχού fans της 9ης Τέχνης. Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί και το νέο relaunch του THE GREEN LANTERN, με τον Grant Morrison στο συγγραφικό τιμόνι του τίτλου. Έχοντας πίσω του μερικά από τα πιο δημοφιλή comics της τελευταίας 30ετίας, ο Morrison είναι ένας από αυτούς τους συγγραφείς που έχουν αποδείξει ότι μπορούν να γράψουν εξίσου καλά ανεξάρτητα comics, αλλά και mainstream ongoing τίτλους, ικανούς να ανανεώσουν χαρακτήρες που δείχνουν να έχουν “βαλτώσει”.
Ο Green Lantern εμπίπτει στην παραπάνω κατηγορία, καθώς, μετά το τέλος του πετυχημένου run του Geoff Jones, το ενδιαφέρον των αναγνωστών για τα μέλη του Green Lantern Corps φάνηκε σταδιακά να εξανεμίζεται, ενώ κανένας από τους δημιουργούς που ακολούθησαν δεν κατάφερε να αφήσει κάποιο ιδιαίτερο στίγμα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η DC κάνει μια άκρως πετυχημένη επιλογή στο πρόσωπο του Morrison, ο οποίος έκανε γνωστό ότι έχει σκοπό να επαναφέρει τον χαρακτήρα στις ρίζες του.
Η αλήθεια είναι ότι το comic λειτουργεί ως εξαιρετικό jumping point, καθώς διαβάζεται με την ίδια ευκολία από όσους παρακολουθούν ανελλιπώς του τίτλους του χαρακτήρα, αλλά και από εκείνους που μπορεί να έχουν 5, 10 ή και 30 χρόνια να αγοράσουν κάποιο GREEN LANTERN comic. Η ιστορία ξεκινά, συστήνοντας μας μερικούς νέους, παράξενους και αμιγώς Morrisonικούς χαρακτήρες, μέλη του Green Lantern Corps, οι οποίοι βρίσκονται στο κατόπι κάποιων διαγαλαξιακών πειρατών. Παράλληλα, ο Hal Jordan στη Γη δεν έχει πια την power battery του, ώστε να φορτίσει το δαχτυλίδι του, περιφέρεται από δουλειά σε δουλειά και περνάει τις μέρες του με τη νέα κοπέλα του, την Eve. Μια απρόσμενη συνάντηση, στο ύφος του origin του χαρακτήρα, θα τον οδηγήσει πίσω στο διάστημα και στη New Oa, όπου θα συναντηθεί με τους Guardians of the Universe, που θα του δώσουν μια νέα αποστολή.
Παρόλο που εκ πρώτης όψεως το παραπάνω σενάριο μοιάζει αρκετά “στρωτό”, όπως πιθανόν να φαντάζεστε, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι, αφού ο συγγραφέας, στις 40 σελίδες του πρώτου τεύχους, ξετυλίγει πάρα πολλές ιδέες, εισάγει νέους χαρακτήρες και concepts, ενώ δεν λείπουν και οι αναφορές στο ευρύτερο σύμπαν της DC. Συγχρόνως, βάζει τις βάσεις για διάφορα subplots που μας θυμίζουν γιατί ο Morrison παραμένει ένας από τους κορυφαίους συγγραφείς του είδους. Το τεύχος ακροβατεί μεταξύ space opera και sci-fi περιπέτειας, στο στιλ του 2000AD, ενώ δανείζεται στοιχεία και από τα καταπληκτικά comics του χαρακτήρα της δεκαετίας του 1980, θυμίζοντας το κάπως υποτιμημένο run του Marv Wolfman, καθώς και αυτά που ακολούθησαν από τους Mike W. Barr και Len Wein.
Το μόνο πρόβλημα αφορά όσους ακολουθούσαν το run του Robert Venditti. Αυτοί, διαβάζοντας το πρώτο νέο τεύχος, θα βρεθούν με αρκετές απορίες. Ο Morrison φαίνεται να μην δίνει δεκάρα για όσα συνέβησαν στα πρόσφατα τεύχη του HAL JORDAN AND THE GREEN LANTERN CORPS, αφού ξεκινά κυριολεκτικά από το μηδέν και απογυμνώνει τον πρωταγωνιστή του, διατηρώντας μόνο τα βασικά χαρακτηριστικά του. Αυτό από μόνο του, βέβαια, δε σημαίνει απαραίτητα και πολλά, καθώς δεν αποκλείεται ο συγγραφέας να έχει σκοπό να μας αποκαλύψει μελλοντικά όλα όσα έχουν μεσολαβήσει στο ενδιάμεσο διάστημα.
Κάπου εδώ πρέπει, όμως, να σας αποκαλύψω ότι το σημαντικότερο ατού του τεύχους είναι μάλλον το σχέδιο του Liam Sharp που καθιστά το THE GREEN LANTERN #1 ένα από τα καλύτερα, από άποψη σχεδίου, superhero comic που έχω διαβάσει εδώ και πολύ καιρό. Και αυτό, γιατί φανερώνει μια κάπως παλιομοδίτικη διάθεση, φλερτάροντας με το vintage και δίνοντας προσοχή στη λεπτομέρεια, μέσα από ευφάνταστα και λεπτομερή panels. Παρόλο που είναι αρκετά διαφορετικό από την πρόσφατη δουλειά του στην WONDER WOMAN, και χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κάποια ψεγάδια στο τεύχος, οφείλω να ομολογήσω ότι ο Sharp κατάφερε να δημιουργήσει ένα καταπληκτικό τεύχος, το οποίο, άσχετα με το σενάριο, αξίζει την προσοχή σας μόνο και μόνο για το artwork.
Συνολικά, το νέο relaunch μας ανοίγει την όρεξη για το μέλλον και βάζει τις βάσεις για ένα run που, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, φαίνεται πολύ φιλόδοξο και ικανό να προσελκύσει παλιούς και νέους αναγνώστες. Πιθανόν σε κάποιους να φανεί λίγο old school αλλά για εμένα αυτό είναι και το βασικό του πλεονέκτημα.