Censorship & Comics
Μήνες μετά την ανακοίνωση της κυκλοφορίας του κι ενώ είχε ήδη προγραμματιστεί και το δεύτερο τεύχος της σειράς, ανακοινώθηκε ότι το SECOND COMING που θα κυκλοφορούσε από την Vertigo ακυρώθηκε. Προσωπικά, δεν ενδιαφέρθηκα ποτέ ιδιαίτερα για το συγκεκριμένο comic, παρόλο που το είχα βάλει στις επιλογές μου στα Previews Picks του Ιανουαρίου. Όμως, η είδηση της ακύρωσής του, σε συνδυασμό με τη συλλογή υπογραφών κατά του comic, η οποία, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, κατάφερε να συσπειρώσει 229.000 άτομα, μου δημιούργησε κάποιες σκέψεις αναφορικά με το αν και κατά πόσο μπορεί κανείς να μιλάει για λογοκρισία του εγχειρήματος από πλευράς εταιρείας.
Παρόλο που ο Mark Russell αρχικά έκανε γνωστό ότι ο ίδιος ζήτησε πίσω τα δικαιώματα κι ευχαρίστησε τη DC για την συνεργασία, όπως αποκάλυψε στη συνέχεια, αυτό έγινε καθώς η εταιρεία συνέχεια επικαλούνταν λόγους, προκειμένου να καθυστερήσει την κυκλοφορία τουε ενώ του ζητήθηκαν και αρκετές αλλαγές. Και αυτά σίγουρα δεν είναι καλά νέα.
Έτσι κι αλλιώς, βέβαια, comics και λογοκρισία έχουν μια μακρά σχέση, η οποία ξεκινά από τη δεκαετία του 1940. Το SEDUCTION OF THE INNOCENT του Dr. Fredric Wertham μπορεί σήμερα να φαίνεται σαν ένα ψευτοεπιστημονικό ανέκδοτο, όμως, όταν κυκλοφόρησε το 1954, έσπειρε πανικό στους γονείς αφού “αποκάλυπτε” ότι η νεολαία των ΗΠΑ κινδυνεύει από αυτά τα παράξενα περιοδικά που διαβάζει. Ο Wertham επί της ουσίας χρέωνε στα comics οποιαδήποτε νεανική παραβατικότητα, υποστήριζε ότι η βία που εμπεριέχεται σε αυτά έχει αρνητικές επιρροές στους νέους της χώρας, ενώ, σύμφωνα με τις αναλύσεις του, ο Batman και ο Robin ήταν ζευγάρι ομοφυλόφιλων και ο Superman φασίστας. Μάλιστα, έφτασε στο σημείο να συγκρίνει τη βιομηχανία των comics με τον Hitler, ο οποίος όμως “μπροστά της ήταν πρωτάρης”.
Φυσικά, ο Wertham δεν ήταν ο μόνος που εξέφραζε τέτοιες θέσεις, όμως η επιστημονική του ιδιότητα τον κατέστησε τον κύριο εκπρόσωπο αυτού του κινήματος, προκαλώντας υστερία, μαζικές πυρπολήσεις comics σε δημόσιους χώρους και μερικές περιπετειώδεις δίκες που οδήγησαν στην θέσπιση ενός Κώδικα (Comics Code Authority) που όριζε τι περιεχόμενο ήταν επιτρεπτό να έχουν πλέον τα comics που κυκλοφορούσαν. Το μεγαλύτερο θύμα αυτής της νέας κατάστασης ήταν τα horror comics της εποχής και, φυσικά, η εκδοτική EC Comics, που ήταν και ο βασικός εκφραστής αυτής της τάσης.
Έτσι, εγκαινιάστηκε μια νέα εποχή, που οι δημιουργοί και οι εκδοτικές υπόκειντο σε συγκεκριμένους κανόνες αναφορικά με το περιεχόμενο των comics τους, ενώ εμφανίστηκε και η πρακτική τα reprints παλαιότερων ιστοριών να κυκλοφορούν αλλοιωμένα, προκειμένου να είναι σύμφωνα με τη νέα κατάσταση που είχε δημιουργηθεί. Αυτό ουσιαστικά ήταν και το τέλος της Golden Age, καθώς η δημιουργική ελευθερία και η άνθιση διαφορετικών ειδών έκφρασης αντικαταστάθηκε από έναν νέο πουριτανισμό, που οδήγησε σε μια κομφορμιστική ομογενοποίηση των comics της εποχής.
Όμως, επειδή ουδέν κακό αμιγές καλού, η αλήθεια είναι ότι χωρίς τον κώδικα η βιομηχανία μάλλον δεν θα είχε στραφεί ξανά στα superhero comics, τα οποία τη δεκαετία του 1960 περνούσαν δεύτερη νιότη. Από την άλλη, διάφοροι ανήσυχοι underground δημιουργοί άρχισαν να φτιάχνουν comics, τα οποία αδιαφορούσαν για τους κανόνες που έθετε ο Κώδικας, χρησιμοποιώντας εναλλακτικές μεθόδους για την διακίνησή τους. Κάπως έτσι γεννήθηκε και το ZAP COMIX του Robert Crumb, το οποίο όμως λόγω της ιστορίας “Joe Blow”, που εμφανίστηκε στο διάσημο τέταρτο τεύχος της σειράς το 1969, μπήκε στο στόχαστρο των Αρχών και είχε ως αποτέλεσμα μια σειρά από δίκες, σχετικές με το περιεχόμενό του και με το αν θα έπρεπε να μπορεί να διακινείται. Φυσικά, όπως συχνά συμβαίνει στις περιπτώσεις λογοκρισίας, δεν έλειψαν και τα διάφορα ευτράπελα. Για παράδειγμα, μια ιστορία του Marv Wolfman στο HOUSE OF SECRETS #83 αρχικά απαγορεύτηκε καθώς την υπέγραφε ως “a wandering wolfman”, κάτι που θεωρήθηκε παράβαση και τελικά επιτράπηκε η κυκλοφορία της, αφού το όνομα του δημιουργού αντικατέστησε την αρχική διατύπωση.
Ωστόσο, σε αυτή τη νέα κατάσταση, η βιομηχανία κατάφερε να ξαναβρεί τον βηματισμό της και να ορθώσει ανάστημα απέναντι στη λογοκρισία της εποχής. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε ο Stan Lee. To 1971 το υπουργείο Υγείας, Εκπαίδευσης και Πρόνοιας τού ζήτησε να γράψει μια περιπέτεια, με πρωταγωνιστή τον Spider-Man, για το θέμα των ναρκωτικών, όπως κι έκανε. Όταν η Marvel δεν κατάφερε να εξασφαλίσει τη σφραγίδα της αρχής δεοντολογίας, αποφάσισαν τελικά να κυκλοφορήσουν την ιστορία “Green Goblin Reborn!” χωρίς την άδεια της, κάτι που τελικά δεν επηρέασε στο ελάχιστο τις πωλήσεις. Οι αλλαγές που επήλθαν στον Κώδικα στη συνέχεια διευκόλυναν τη DC να κυκλοφορήσει το διάσημο GREEN LANTERN / GREEN ARROW #85, ανοίγοντας ουσιαστικά το δρόμο για mainstream ιστορίες με πιο ενήλικη θεματολογία. Όλα αυτά συνέπεσαν και με την εμφάνιση του direct market, που επέτρεψε στις εκδοτικές να κυκλοφορούν τα comics τους απευθείας, χωρίς να χρειάζεται να εξασφαλίσουν την περιβόητη σφραγίδα.
Μπορεί, βέβαια, η σκληρή λογοκρισία του CCA σταδιακά να εξαλείφθηκε όμως αυτό δεν σήμαινε ότι πλέον οι εκδοτικές μπορούσαν, ή και ήθελαν, να κυκλοφορούν οτιδήποτε. Απλά ρωτήστε τον Warren Ellis, που σταμάτησε να γράφει το HELLBLAZER, όταν δεν του επέτρεψαν να κυκλοφορήσει το τεύχος #141 που εμπεριείχε μια επίθεση σε ένα σχολείο, λίγους μήνες μετά τα γεγονότα στο λύκειο Columbine, ή τον Rick Veitch που άφησε το SWAMP THING, καθώς η εκδοτική φοβήθηκε να κυκλοφορήσει το τεύχος #88, όπου ο χαρακτήρας θα συναντούσε τον Ιησού Χριστό. Αντίστοιχο πρόβλημα αντιμετώπισε και ο Tony Isabella στη Marvel με τον Jim Shooter να αλλάζει και να ξαναγράφει κομμάτια μιας ιστορίας του GHOST RIDER, ενώ το τεύχος #3 του δεύτερου volume της ELEKTRA ανακλήθηκε από την εταιρεία, επειδή η πρωταγωνίστρια παρουσιαζόταν σε μερικά panels γυμνή. Και, φυσικά, το ίδιο συνέβη και με το πρόσφατο BATMAN: DAMNED #1.
Βέβαια, ειδικά για την τελευταία περίπτωση, είναι δύσκολο να καθορίσει κανείς αν πρόκειται για λογοκρισία ή για publicity stunt, όμως το ζήτημα παραμένει αφού οι μεγάλες εταιρείες στο τέλος της ημέρας πάντα φαίνεται να επιλέγουν τον ασφαλή δρόμο. Και αυτό το έχουν αποδείξει με πολλά παραδείγματα στο παρελθόν, που δε χωράνε σε ένα κείμενο σαν αυτό. Με δεδομένο, φυσικά, ότι πρόκειται για εταιρείες, είναι αδιαμφισβήτητο δικαίωμά τους να έχουν τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο, όσον αφορά στα comics που κυκλοφορούν. Όμως, ειδικά όταν πρόκειται για περιπτώσεις που βγάζουν μάτι, όπως στη χοντροκομμένη περίπτωση του SECOND COMING, θεωρώ ότι είναι απαραίτητο να αντιδρούν και οι αναγνώστες και να αμφισβητούν τους κοινώς αποδεκτούς κανόνες του παιχνιδιού. Και αυτό έχει να κάνει με το δικαίωμά μας να μπορούμε να διαλέξουμε τι θα διαβάσουμε και τι όχι, αλλά και με το να εναντιωνόμαστε σε όλους όσους ανάμεσα στην λογοκρισία και την ελευθερία επιλέγουν να στέκονται με την μεριά της πρώτης.